Ο Φόνος Του Δημάρχου - Κεφάλαιο 1ο
Κεφάλαιο 1ο
Η μικρή πόλη της Αγίας Άννας κοιμόταν ήσυχα κάτω από τον καθαρό, έναστρο ουρανό. Οι κάτοικοι είχαν συνηθίσει την ηρεμία που επικρατούσε και σπάνια συνέβαινε κάτι που θα μπορούσε να διαταράξει την καθημερινότητά τους. Ωστόσο, αυτή η νύχτα θα άλλαζε τα πάντα.Το τηλέφωνο του Νίκου Παπαδόπουλου χτύπησε στις τρεις τα ξημερώματα.
Ο Νίκος, ένας πρώην αστυνομικός με ταλέντο στις παρατηρήσεις και την αποκάλυψη μυστικών, ξύπνησε από τον ήχο και, ακόμα νυσταγμένος, απάντησε. Η φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν αγχωμένη και γεμάτη αγωνία.«Νίκο, πρέπει να έρθεις αμέσως στο δημαρχείο. Βρήκαμε τον Δήμαρχο νεκρό στο γραφείο του.»Ο Νίκος πετάχτηκε από το κρεβάτι, «Μαρία, τι λες; είμαι πρώην αστυνομικός. Τι να κάνω εγώ για αυτό;» ρώτα ενώ τρίβει τα μάτια του μπας και ξυπνήσει.
«Νομίζω θα καταλάβεις γιατί μόλις ερθεις» του απαντά χωρίς να πει κάτι άλλο και του το κλείνει, κι έτσι ντύθηκε γρήγορα και βγήκε από το σπίτι του κρατώντας μόνο το κινητό και τα κλειδιά του στο χέρι. Η μικρή του μονοκατοικία βρισκόταν στα όρια της πόλης, δίπλα στο δάσος που αγαπούσε να εξερευνά.
Συνήθως περνούσε τα πρωινά του πίνοντας καφέ στην αυλή, διαβάζοντας την εφημερίδα και ακούγοντας τα πουλιά. Ήταν ένας τρόπος να απομακρύνεται από την ένταση της προηγούμενης ζωής του.Καθώς περπατούσε στους άδειους δρόμους, σκέφτηκε την πρόσφατη ζωή του. Είχε αποσυρθεί από την αστυνομία πριν από δύο χρόνια, αναζητώντας μια πιο ήσυχη ζωή στην Αγία Άννα.
Η μετάβαση δεν ήταν εύκολη, αλλά βρήκε παρηγοριά στη ρουτίνα του. Συχνά βοηθούσε τον γείτονά του, τον κύριο Σταύρο, με μικροδουλειές στο αγρόκτημά του. Τα απογεύματα, πήγαινε στο καφενείο της γωνίας, όπου οι θαμώνες του τον θεωρούσαν πια έναν από τους δικούς τους.
Είχε φτιάξει μια καθημερινή ζωή ενός ηλικιωμένου παρόλο που είχε πατήσει τα τριάντα δύο του χρόνια. Η τελευταία του υπόθεση ήταν η εξαφάνιση της αρραβωνιαστικιας του η Δέσποινα, ήθελε να μείνει γνωστός ως αυτός που θα τα λύσει όλα αλλά δεν τα κατάφερε στο τέλος.
Δεν την βρήκε ποτέ.. Δεν ήξερε άμα ζούσε ή της συνέβη κάτι.. Δεν ήξερε τίποτα.
Φτάνοντας στο δημαρχείο, η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. Αστυνομικοί και κάτοικοι είχαν συγκεντρωθεί γύρω από το κτίριο, προσπαθώντας να καταλάβουν τι είχε συμβεί. Ο Νίκος πέρασε μέσα από το πλήθος που η μόνη ερώτηση τους ήταν
«Τι έγινε;», «Μήπως ξέρεις τι έγινε;» και κατευθυνόταν προς την είσοδο του Δημάρχου.
«Αχ Νίκο..» ο παλιός συνεργάτης του Νίκου ο Πέτρος απλώνει το χέρι του για την αντρική τους χειραψία. Αντιθέτως ο Νίκος ανταποδίδει με μια αγκαλιά και του ψιθυρίζει στο αυτί «Μαλακα» και ο Πέτρος γελά αφού όταν συναντήθηκαν για πρώτη φορά είχε μάθει ο Νίκος πως ο Πέτρος τον χαρακτήριζε έτσι λόγω τις συμπεριφοράς του προς το υπόλοιπο αστυνομικό τμήμα.
«Έλα» προτείνει στον Νίκο αλλά τον σταματά. Η πρώτη του ερώτηση ήταν γιατί ήθελαν εκείνον ενώ έχουν την Μαρία, εκείνον και τον καινούργιο ντετέκτιβ τον Χρήστο.
«Δεν σου είπε η Μαρία στο τηλέφωνο;» ρώτα αλλά βλέπει το πρόσωπο του Νίκου να εμφανίζονται ερωτηματικά, «Πέρα από τον Δήμαρχο που βρήκαμε ήταν και η Δέσποινα» ανακοινώνει και μένει εκπληκτικός ο Νίκος.
Ξαφνικά νιώθει τα πόδια του να τρέμουν, οι πνεύμονες του να μην έχουν αρκετό οξυγόνο, θόλωσε δεν ήξερε τι να πρωτοπεί.
«Ξέρω πως σου είναι δύσκολο, όπως σου ήταν τότε αλλά πρέπει..» δεν τον αφήνει να ολοκληρώσει και πάει προς την πόρτα.
Η σκηνή που αντίκρισε ήταν σοκαριστική. Ο Δήμαρχος, ένας άντρας σεβαστός από όλους, κειτόταν νεκρός στο γραφείο του. Το αίμα είχε ποτίσει τα έγγραφα και τα χαρτιά που ήταν διασκορπισμένα πάνω στο τραπέζι. Κάτω καθιστή αλλά η πλάτη πάνω στο γραφείο ήταν η Δέσποινα με μια σφαίρα στο κεφάλι. Έσκυψε προς το μέρος της, το βλέμμα της κοίταγε στο κενό. Δάκρυα πήγαν να ξεκινήσουν να πέφτουν από τα μάτια του αλλά τα σταμάτησε και σηκώθηκε.
Κοίταξε γύρω του, αναζητώντας ενδείξεις και πρώτες εντυπώσεις. Σημείωσε την αταξία του γραφείου, το ανοιχτό παράθυρο που άφηνε τον δροσερό αέρα να εισέρχεται στο δωμάτιο, και τα ίχνη που μπορούσαν να αποκαλύψουν κάτι σημαντικό.
Η αστυνομικός Μαρία Κωνσταντινίδου, η οποία είχε ειδοποιήσει τον Νίκο, τον πλησίασε. «Δεν έχουμε βρει τίποτα μέχρι στιγμής», είπε με μια φωνή γεμάτη αμφιβολία. «Ποιος θα μπορούσε να το κάνει αυτό;» Ο Νίκος δεν απάντησε αμέσως. Κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο, αναρωτήθηκε τι μυστικά κρύβονταν πίσω από την ήρεμη όψη της πόλης. Η νύχτα ήταν ήσυχη, και η αίσθηση του δάσους πλημμύριζε τον αέρα.
Θυμήθηκε τις ήρεμες βραδιές που περνούσε στο σπίτι του, αναλογιζόμενος τη νέα του ζωή και προσπαθώντας να ξεχάσει το παρελθόν του.«Θα το μάθουμε», είπε τελικά, αποφασισμένος. «Πρέπει να μιλήσουμε με όλους τους κοντινούς του ανθρώπους και να ανακαλύψουμε τι συνέβαινε στη ζωή του.» της λέει αλλά τον σταματά η Μαρία.
«Το ξέρεις ότι τώρα πρέπει να αλλάξουμε για την εξαφάνιση της Δέσποινας; Είναι δύο υποθέσεις που θα ενωθούν;» του λέει και εκείνος χωρίς να πει κάτι γνέφει καταφατικά.
«Εδώ υπάρχει κάτι περισσότερο από ό,τι φαίνεται.» Η Άννα συμφώνησε που είπε τελικά κι έτσι οι δύο ξεκίνησαν την έρευνα.
Η Αγία Άννα μπορεί να ήταν γνωστή για την ηρεμία της, αλλά αυτή τη φορά, η πόλη είχε βυθιστεί σε μία μαύρη θάλασσα.
Ο Νίκος ήξερε ότι αυτή η υπόθεση θα ξεδιπλώσει μια σειρά από αποκαλύψεις που θα αλλάξουν την πόλη για πάντα. Καθώς ο Νίκος εξέταζε τα στοιχεία, κατάλαβε ότι ο Δήμαρχος είχε περισσότερους εχθρούς από όσους θα μπορούσε να φανταστεί.
Έπρεπε όμως να ξεκινήσει από την αρχή, να συνθέσει τα κομμάτια του παζλ και να ανακαλύψει την αλήθεια πίσω από τον φόνο του Δημάρχου και της Δέσποινας μιας πρώην αρραβωνιαστικιας ενός αστυνομικού.
Και αυτό ήξερε πως ήταν μόνο η αρχή.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου